Οικογενειακό δίκαιο: Τι αλλάζει πραγματικά για τους μπαμπάδες η πρόσφατη αλλαγή νομοθεσίας περί γονικής μέριμνας;

 

Παραδοσιακά και σε θεωρητικό επίπεδο όλοι ξέρουμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η παρουσία αλλά και η ενεργή συμμετοχή και των δύο γονέων ενός παιδιού στον κύκλο της ζωής του. Ένα παιδί είναι αποτέλεσμα μιας κοινής προσπάθειας κάποιων ανθρώπων και η παρουσία τους είναι καθοριστική όχι μόνο για τη σύλληψή του αλλά και για την εξέλιξή του σε κάθε στάδιο της ζωής του.

 

Βεβαίως, η κοινωνία αλλάζει, οι σχέσεις και τα δυναμικά εξελίσσονται όπως εξελίσσεται και το πλαίσιο μιας «κανονικής» οικογένειας.

 

Στην πράξη αυτό συμβολίζει την αναμόχλευση των κοινωνικών προτύπων, των ρόλων των δύο φύλων, εντός και εκτός της οικογενειακής εστίας, και ο επαναπροσδιορισμός τους. Πάνω σε αυτή την αλλαγή, που είναι σε εξέλιξη τα τελευταίαχρόνια στην Ελλάδα, βασίζεται και η «μικρή επανάσταση» που φέρνει η αλλαγή μερικών άρθρων στον νόμο περί κοινής γονικής μέριμνας. Γεγονός όμως είναι ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, η γονεϊκότητα παραμένει ο στυλοβάτης του θεσμού της οικογένειας όσο και αν η κοινωνία προχωρά.

 

Το ταξίδι της γονεϊκότητας

 

Οι γονείς καλούνται να μεγαλώσουν παράλληλα με το παιδί πράγμα που για πολλούς ανθρώπους είναι μια συναισθηματική δοκιμασία. Η δουλειά του γονέα απαιτεί αμοιβαιότητα. Ταυτόχρονα δεν είναι κανείς προετοιμασμένος ούτε για τις τριβές αλλά ούτε και για το φάσμα των συναισθημάτων που θα νιώσει όταν το παιδί του έρθει στον κόσμο και αφού αυτό ξεκινήσει να ξεδιπλώνει τον χαρακτήρα του και τα χαρίσματά του. Η γονεϊοκότητα είναι ρόλος πλήρους απασχόλησης ενώ σημαντικό κομμάτι του να είναι κανείς γονέας αποτελεί το προσωπικό του παρελθόν και οι επιλογές του στο παρόν του. Επιπλέον, χρειάζεται να διαχειριστεί και το μέλλον καθώς το παιδί, ο ίδιος και ο δεσμός μεταξύ τους εξελίσσονται χέρι-χέρι. Ο γονέας, επί της ουσίας, καλείται να έχει τακτοποιημένο παρελθόν, να εγκαταλείψει τη ζωή του όπως την ξέρει στο παρόν και να μπορεί να προσβλέπει στο μέλλον και όλα αυτά ενώ το παιδί μεγαλώνει σε ραγδαίους ρυθμούς. Είναι σαφές ότι δεν μπορούν όλοι να προσαρμοστούν σε αυτή τη συνθήκη και τελικά το ζευγάρι να οδηγηθεί στο διαζύγιο.

 

Τα στερεότυπα για το ρόλο της μαμάς και του μπαμπά

 

Πολλοί πιστεύουν ότι η μητέρα είναι η πηγή ζωής του παιδιού ενώ άλλοι δεν αντιλαμβάνονται καθόλου τον δεσμό του πατέρα με το παιδί του. Πράγματι, υπάρχουν οικογένειες όπου η μαμά είναι η αρχή και το τέλος και άλλες όπου η ομαδική δουλειά, μεταξύ μητέρας και πατέρα, είναι απαράβατος κανόνας. Παραδοσιακά, αυτό που συμβαίνει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είναι ότι ο πατέρας συμβολίζει την «εξουσία» και η μητέρα έχει το ρόλο του συντονιστή. Ο πατέρας εργάζεται και φροντίζει τη μητέρα ώστε, και εκείνη με τη σειρά της, να αισθάνεται δυνατή και ικανή να φροντίσει όλα τα υπόλοιπα.

 

Αυτό ήταν  το οικογενειακό παραδοσιακό σύστημα, ένα μοντέλο που τείνει να γίνει η εξαίρεση.

 

Πώς έχουν εξελιχθεί σήμερα τα δυναμικά ανάμεσα στις μαμάδες, τους μπαμπάδες και τα παιδιά;

 

Σήμερα οι ρυθμοί της καθημερινότητας και ο συνεχώς εξελισσόμενος ρόλος της γυναίκας έξω από το σπίτι έχει τορπιλίσει μεν το παραδοσιακό μοντέλο πυρηνικής οικογένειας αλλά έχει επιτρέψει και στον πατέρα να χτίσει εντατικότερα τη σχέση του με το παιδί του δε. Κάθε σχέση γονέα-παιδιού διέπεται από τα χαρακτηριστικά του κάθε γονέα, τα βιώματά του αλλά και τα συναισθηματικά δυναμικά ανάμεσα στους δύο γονείς. Εάν λοιπόν προσπαθήσουμε να συνδέσουμε τη γονεϊκότητα με την καθημερινότητα και τους προσωπικούς περιορισμούς του καθενός μας τότε αντιλαμβανόμαστε ότι η φθορά μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει σε λύση της σχέσης.

 

Η νομοθεσία, το πλαίσιο και η συνεννόηση

 

Όλα τα παραπάνω είναι συνθήκες, συνήθειες και εν τέλει η πολιτισμική συνείδηση ενός συνόλου που ο νομοθέτης πρέπει να αντιλαμβάνεται και να αφουγκράζεται ώστε να νομοθετήσει και να παράγει το κατάλληλο κανονιστικό  πλαίσιο που απαιτεί η εξέλιξη των οικογενειακών προτύπων και δυναμικών.

 

Εδώ, δεν μιλάμε μόνο για τα δεσμά ενός θρησκευτικού γάμου ή ενός συμφώνου συμβίωσης αλλά για τον ουσιαστικό και καθοριστικό δεσμό που έχουν τα παιδιά με τους γονείς. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά οι γονείς πρέπει να είναι ενωμένοι για την προσαρμογή στην νέα κανονικότητα. Τι συμβαίνει όμως όταν οι γονείς δεν μπορούν; Ποιος γονέας θα κάνει πίσω και γιατί; Πόσο γρήγορα συναισθηματικά αντανακλαστικά έχειο καθένας; Μέχρι πρότινος ήταν ομαδική η δουλειά των γονέων ή μονόπλευρη και γιατί;

 

Σε έναν ιδανικό κόσμο τα ζευγάρια με παιδιά δε θα χώριζαν ποτέ και δε θα υπήρχε η ανάγκη διαχωρισμού της οικογενειακής εστίας αλλά ούτε και το δίπολο η ζωή με την μαμά και η ζωή με τον μπαμπά και ό,τι αυτό συνεπάγεται. Σήμερα τα διαζύγια δεν είναι σπάνια όπως πριν 20-30 χρόνια. Νομοτελειακά, τα «δύσκολα» διαζύγια τύπου Kramer vs Kramer (1979) γίνονται όλο και συχνότερα.

 

Όπως μας λέει και ο κος Λουκάς Ωραιόπουλος, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω και διαμεσολαβητής, «οι διαφωνίες και οι εντάσεις είναι αναπόφευκτες, τα περισσότερα ζευγάρια διαφωνούν για μικρά και μεγάλα θέματα που προκύπτουν σε σχέση με τα παιδιά, τη διαπαιδαγώγησή τους, τις συνήθειές τους και το πρόγραμμά τους». Πράγματι, πολλά ζευγάρια διαφωνούν για το πόση ώρα τη μέρα τα παιδιά θα εκτεθούν σε μια οθόνη ακόμα και για το πόσες στρώσεις ρούχα πρέπει να φορέσει τον χειμώνα «για να μην κρυώσει».

 

Η ουσία είναι ότι ακόμα και σε ένα μη συναινετικό διαζύγιο, συχνά,  χρειάζεται να κάτσουν οι δύο πρώην σύντροφοι στο ίδιο τραπέζι και να βάλουν απέναντι το κοινό πρόβλημα και όχι ο ένας τον άλλον.

 

Τι ακριβώς άλλαξε όμως στη νομοθεσία;

 

Εστιάζουμε σε τρία, πολύ βασικά, θέματα:

  1. Η γονική μέριμνα μοιράζεται σαφώς και ρητώς ανάμεσα στη μητέρα και στον πατέρα (και δεν είναι μονόπλευρη όπως πριν).
  2. Το μίνιμουμ της επικοινωνίας με τον γονέα (που συνήθως είναι ο πατέρας) που δε ζει μόνιμα με το παιδί τίθεται στο 1/3 του χρόνου.
  3. Οι κυρώσεις. Δηλαδή οι συνέπειες που δέχεται ο γονέας, που δεν στεγάζεται με το παιδί, σε περίπτωση που παραβιάσει τις συμφωνίες στα παραπάνω δύο ζητήματα (ή/και σε περίπτωση κακοποίησης).

 

Ο κος Ωραιόπουλος συνεχίζει:

 

Το θεωρητικό υπόβαθρο της αλλαγής των άρθρων του νόμου περί γονικής μέριμνας είναι σωστό, πιο ισότιμο…

 

Αυτή είναι η μικρή επανάσταση σε σχέση με τα διαζύγια στη χώρα μας, ότι, επιτέλους, ο πατέρας έχει περισσότερα δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις απ’ ότι στο προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο. Η κοινωνία προχωρά και εξελίσσεται και το νομοθετικό πλαίσιο πρέπει να ακολουθεί ώστε να προωθείται η εξέλιξη και η ευημερία σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

 

Ο κος Ωραιόπουλος υπογραμμίζει: «Βεβαίως, το πώς όλα αυτά θα ρυθμιστούν στην πράξη μένει να επαληθευτεί καθώς είναι πολύ δύσκολο να προσδιορίσει κανείς με ακρίβεια τι σημαίνει το 1/3 του χρόνου. Το modus operandi ξαφνικά μετατρέπεται σε έναν γρίφο καθώς γεννά πολλά αλλά απλά ερωτήματα, όπως: το 1/3 του χρόνου υπολογίζεται με ή χωρίς τις ώρες που το παιδί κοιμάται; Υπολογίζεται βάσει ημέρας, μήνα ή έτους; κλπ»

 

Σε κάθε περίπτωση η προτεραιότητα είναι το παιδί και η ομαλότερη προσαρμογή του σε μια ομολογουμένως δυσάρεστη συνθήκη όπως ο χωρισμός των γονέων του. Η ισονομία ανάμεσα στη μητέρα και τον πατέρα δεν έχει κατακτηθεί ακόμα στην Ελλάδα καθώς είναι ένα από τα πολλά ζητήματα που απαιτεί ζυμώσεις και διάλογο μεταξύ της κοινωνίας και του νομοθέτη. Για όλους εμάς που αποζητάμε την ισονομία και την ισοτιμία, ελπίζουμε η ιστορία να μας δικαιώσει.

 

 

Ο Λουκάς Ωραιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω και διατηρεί δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα, επί της οδού Θερειανού 9 (Πεδίον του Άρεως). Ειδικεύεται πρωτίστως στο δίκαιο δημοσίων διαγωνισμών και συμβάσεων και δευτερευόντως στους τομείς του οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου και στο εταιρικό – εμπορικό δίκαιο. Επικοινωνία Τ: 210-6434024 Μ:+30 6944 904159 Ε: loukas@oreopoulos.com

 

 

 

 

 

Άρθρο από τη Όλγα Καχραμάνογλου-Storyteller

Ιστοριές που μας μιλούν από μόνες τους….